- Ωκυπόδη
- ἡ, Αμυθ. η Ωκυπέτη.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ὠκυπόδην — Ὠκυπόδη fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠκυπόδης — Ὠκυπόδη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠκυπόδας — Ὠκυπόδᾱς , Ὠκυπόδη fem acc pl Ὠκυπόδᾱς , Ὠκυπόδη fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ocypode — OCYPŎDE, es, Gr. Ὠκυπόδη, ης, ist nach einigen eben so viel, als die Harpyie Ocypete, welche solchen Namen von ὠκὺς, geschwind, und ποῦς, Fuß, hat, und also eine heißt, die geschwind auf den Füßen ist. Apollod. l. I. c. 8. §. 21 … Gründliches mythologisches Lexikon
Ωκυπέτη — Μία από τις μυθικές Άρπυιες, οι οποίες προσωποποιούσαν τους θυελλώδεις ανέμους. Τα ονόματα τους (Ωκυπέτη, Αελλώ, Ωκυπόδη, Ποδάργη κλπ.) δηλώνουν τη γρηγοράδα στο πέταγμά τους (ωκύς = ταχύς, ταχυκίνητος). Ω. σημαίνει π.χ. Γοργοπετούσα. Μαζί με τις … Dictionary of Greek